- συνεχώρησε
- συγχωρέωcome togetheraor ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
VENDENDI liberos jus — Parentibus concessum ex Romuli lege, cum iure vitae et necis, ac potestate δεσποτικῇ cousque se extendebat, ut ter vendere licitum fuerit filium, semel filiam et coeteros liberos, antequam emanciparentur. Unde et in LL. XII. Tabular. cautum… … Hofmann J. Lexicon universale
πη — (I) Α (δωρ. επίρρ.) 1. κάπου, οπουδήποτε («αλλη πη», Επιγρ. Κυρ.) 2. σε πλάγια ερώτηση («ἴσατι πῆ ἐστι», Επιγρ. Επιζ. Λοκρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. πο ]. (II) και ιων. τ. κη και δωρ. τ. πα Α Α (εγκλιτ. μόριο) Ι. (τροπ.) 1. κατά κάποιο τρόπο, τρόπον… … Dictionary of Greek
συγχωρώ — συγχωρῶ, έω, ΝΜΑ, και συχωρώ και σ(υ)(γ)χωρνώ και σχωρώ, άω, Ν [χωρῶ] 1. απαλλάσσω κάποιον από σφάλμα του, παρέχω συγγνώμη, δίνω άφεση αμαρτιών (α. «σού τό συγχωρώ για τελευταία φορά» β. «συγχωρεῑν ἁμαρτήματα», Αποφθεγμ. Πατέρ.) 2. επιτρέπω (α.… … Dictionary of Greek
συνεχώρησ' — συνεχώρησα , συγχωρέω come together aor ind act 1st sg συνεχώρησε , συγχωρέω come together aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)